Monday 18 August 2008

Σινικό τείχος









"He who has not climbed the Great Wall is not a true man"

Mao Zedong






Sunday 10 August 2008

Thursday 7 August 2008

Πεκίνο










Πριν λίγα χρόνια είχα δει σε μια εκπομπή στην τηλεόραση οτι τα καλοκαίρια οι Κινέζοι πηγαίνουν για να χορέψουν σε δημόσιους ανοιχτούς χώρους, πλατείες ή πάρκα.

Η ατμόσφαιρα ήταν ωραία. Δεν θα έλεγα οτι είναι κάτι σαν street party γιατί ο χορός είναι στο κέντρο της εκδήλωσης.




Sunday 3 August 2008

Lanzhou 2









Lanzhou 1









Monday 28 July 2008

Friday 11 July 2008

Berlin









Monday 7 July 2008

Tonsberg







Sunday 6 April 2008

Unser täglich Brot



Η ταινία Unser täglich Brot του Nikolaus Geyrhalter είναι ένα ντοκιμαντέρ για την βιομηχανική παραγωγή τροφίμων. Είχε παρουσιαστεί πριν μερικούς μήνες στο μπλογκ του σπόρου. Το ενδιαφέρον θέμα και οι φωτογραφίες στην ιστοσελίδα της ταινίας, που είναι αισθητικά άρτιες, με έκαναν να την αγοράσω σε DVD και δεν το μετάνιωσα.

Αν και κανονικά θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει όλους, η παραγωγή τροφίμων είναι λίγο περιθωριακό θέμα για ντοκιμαντέρ. Ίσως γιατί θεωρείται λίγο βαρετό, ίσως και γιατί είναι έξω από τις παραστάσεις της καθημερινότητας μας αφού, ακόμα και αν ενδιαφερθούμε να μάθουμε τι γίνεται, είναι πολύ δύσκολο να μπούμε μέσα σε εργοστάσια τροφίμων που είναι ιδιωτικοί χώροι. Σε μια συνέντευξη ο σκηνοθέτης περιγράφει τις δυσκολίες πρόσβασης λέγοντας πως όταν δεν πήρε άδεια να μπει σε ένα εργοστάσιο κοτόπουλων στη γερμανία αναγκάστηκε να πάει σε παρόμοια εργοστάσια στην ισπανία και στην πολωνία.

Η έλλειψη σχετικών παραστάσεων από την πλευρά του θεατή, αλλά και η μετασχηματιστική δύναμη της τέχνης, δημιουργούν την αίσθηση οτι η ταινία αποκαλύπτει έναν κρυφό κόσμο. Ο πρόεδρος της επιτροπής του φεστιβάλ της Νέας Υόρκης συγκρίνει την ταινία με επιστημονική φαντασία:

Our Daily Bread is a documentary that could probably find a place in a course on science fiction films, Geyrhalter presents a world that looks like ours but seems one step removed from it. Of course the conceit is that indeed what he’s showing us is our world, whether we know it or not. And whether we like it or not.

Σχετικά με την αισθητική της ταινίας, ένα άρθρο των New York Times για τις καλύτερες ταινίες του 2006γράφει:

Yet what makes this remarkable film about industrial food production among this year’s best isn’t its sometimes shocking subject matter, but its formal rigor.

Αυτήν την "αυστηρότητα της φόρμας" την είχα υποψιαστεί από τις φωτογραφίες στην ιστοσελίδα της ταινίας, αλλά μου ήταν δύσκολο να εξηγήσω τι ακριβώς σημαίνει και πως επιτεύχθηκε. Ίσως να είναι δύσκολο και για τους ειδικούς στον κινηματογράφο. Αφού είδα την ταινία πείστηκα εντελώς για την αυστηρότητα της φόρμας, και μου άρεσε, αλλά και πάλι είναι δύσκολο να την εξηγήσω. Το μόνο που μπορώ να υποθέσω είναι οτι εκτός από την φωτογραφία πρέπει να έχει σχέση και με τον κινηματογραφικό χρόνο, γιατί στο τρέιλερ δεν είναι τόσο εμφανής.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό της ταινίας είναι οτι δεν έχει καθόλου φωνή και σχόλια. Η εξήγηση του σκηνοθέτη:

I had the feeling that as soon as somebody starts talking, even if it’s interviews, the audience expects explanations and somebody to be blamed, and since food has to do with everybody, I just didn’t want to give the audience any chance to escape because they all have the responsibility for what they buy.

Η απουσία λόγου δίνει μεγαλύτερη ελευθερία στον θεατή να ερμηνεύσει αυτό που βλέπει και να σχηματίσει τη δική του γνώμη. Η δική μου ερμηνεία είναι οτι η ταινία δείχνει την παραγωγή τροφίμων σαν μια βιομηχανική διαδικασία, σαν μια μηχανή που χρησιμοποιεί τη ζωή για πρώτη ύλη και την επεξεργάζεται με τις ίδιες μεθόδους και την ίδια λογική που θα χρησιμοποιούνταν για την επεξεργασία ενός αντικειμένου. Η μηχανή έχει σχεδιαστεί για να μεγιστοποιεί την ταχύτητα, την ποσότητα και την αποτελεσματικότητα ενώ όλα τα άλλα, οι άνθρωποι, τα ζώα και τα φυτά είναι εξαρτήματα και πρώτες ύλες. Τη μεγαλύτερη συμπάθεια τη νιώθει κανείς για τα ζώα, αφού τουλάχιστον οι εργάτες περνούν την άλλη μισή ζωή τους μακριά από τη μηχανή.

Η ταινία έχει πολλές αξιομνημόνευτες σκηνές. Ιδιαίτερη εντύπωση, αλλά και κάποια δυσφορία, μου δημιούργησαν οι σκηνές με τα μικρά κοτοπουλάκια στον ιμάντα με την μεγάλη ταχύτητα, το αυτόματο καθάρισμα του σολωμού στη μηχανή, η γυναίκα που κόβει τα πόδια των γουρουνιών με το ηλεκτρικό ψαλίδι, τα γουρουνάκια στη μηχανη κυοφορίας. Οι σκηνές βίαιου θανάτου είναι περιορισμένες, αλλά δυσφορία μπορούν να προκαλέσουν και σκηνές από τη γέννηση, το τάισμα, τη μεταφορά των ζώων και την επεξεργασία των πτωμάτων, γιατί σε όλα κυριαρχεί ένας μηχανικός αυτοματισμός που μπορεί να θεωρηθεί προσβολή της ζωής. Μέχρι και το μηχανικό τίναγμα των ελαιόδεντρων έχει κάτι το αφύσικο και ενοχλεί, αν και μπορεί να είναι ακόμα και ωφέλιμο για τα δέντρα, κάτι σαν μασάζ.

Το τρέιλερ της ταινίας

Sunday 3 February 2008

Οι Πανθέοι



Διάβασα και τα άλλα δυο βιβλία από τους Πανθέους του Αθανασιάδη, τη Μάρμω και την Κερκόπορτα. Έμεινα με την ίδια γνώμη που είχα σχηματισει όταν διάβασα την Χαρισάμενη ζωή, δηλαδή οτι είναι ένα δουλεμένο βιβλίο με σύνθετους χαρακτήρες, αλλά του λείπει η ποιητικότητα. Κάποια μέρη ήταν καλύτερα, και διέκρινα και λίγη ποίηση, άλλα σημεία ήταν πιο αδύνατα, ιδιαίτερα το τέλος.

Όταν διάβαζα την Κερκόπορτα, κατάλαβα γιατί όταν ήμουν μικρός μου άρεσαν οι Πανθέοι στην τηλεόραση, είχαν πολλές πολεμικές σκηνές. Μπόρεσα να θυμηθώ και μια συγκεκριμένη σκηνή από το σήριαλ, στη σελίδα 73 του δεύτερου τόμου της Κερκόπορτας, εκεί που ένας στρατιώτης στο μέτωπο λέει αγανακτισμένος: "Από μαθητής έδινα "υπέρ της Αεροπορικής Αμύνης" και νόμιζα πως θάχαμε δεν ξέρω κι' εγώ πόσα αεροπλάνα. Τώρα αποδεικνύεται πως τα λεφτά του κοσμάκη πήγανε στράφι..." Αν και η σκηνή είναι ασήμαντη, με είχε προβληματίσει τότε, γιατί σκεφτόμουν είναι δυνατόν από μαθητικό χαρτζηλίκι να μαζευτούν λεφτά για αεροπλάνα; Μια δεύτερη σκηνή που νομίζω οτι θυμήθηκα, αλλά πολύ αμυδρά, είναι στη σελίδα 188 του πρώτου τόμου της Κερκόπορτας, εκεί που η γυναίκα στην Νέα Φιλαδέλφεια πέρασε την Μάρμω για την Παναγία και μετά σκέφτηκε με τον άντρα της οτι Παν-θέου μπορεί να σημαίνει Παναγία Θεού.

Όπως και στη Χαρισάμενη ζωή, έτσι και στη Μάρμω και στην Κερκόπορτα είναι εντυπωσιακό πόσο μοντέρνα ήταν η ζωή της αστικής τάξης στην Αθήνα του 1940. Αλλά νομίζω οτι βρήκα ένα πραγματολογικό λάθος που μου δημιούργησε αμφιβολίες για την ακρίβεια της περιγραφής. Στον δεύτερο τόμο της Κερκόπορτας, σελίδα 38, γράφει: "Η Μάρμω, για να παρατείνει την ανέμελη παρέα, τράβηξε της ανηψιές της κάτω από το Μετοχικό και τις κέρασε καφέ φραπέ". Μια σελίδα παρακάτω γράφει "... φάνηκε αρωματισμένος πάνω στον κολλαρισμένο γιακά του ο Σπυρέτος Φλαμιάτος, για ν' αρχίσει μ' ένα καφέ φραπέ τη νυχτερινή του ζωή". Στην Βικιπαίδεια όμως στο λήμμα φραπές γράφει οτι ο φραπές δημιουρήθηκε μόλις το 1957. Ο δεύτερος τόμος της Κερκόπορτας εκδόθηκε το 1961 και τείνω να πιστέψω οτι αυτές οι δυο ξαφνικές απανωτές αναφορές στον φραπέ είναι πραγματολογικό λάθος.

Tuesday 29 January 2008

Θεσσαλονίκη



Θεσσαλονίκη





Παραλία





Επταπύργιο 1





Επταπύργιο 2


Wednesday 16 January 2008

Κατά της ασάφειας



Το βιβλιαράκι "Ο αδιάφορος και άλλα κείμενα" περιέχει διηγήματα και ένα δοκίμιο του Proust, σε μετάφραση Βάσως Νικολοπούλου και Νίκης Καρακίτσου Ντουζέ. Τα διηγήματα μου φάνηκαν πάνω κάτω της ίδια ποιότητας με εκείνα στο τέλος της ζήλιας, δηλαδή αρκετά χειρότερα από οτι περιμένει κανείς από έναν τόσο διάσημο συγγραφέα.

Το δοκίμιο με τίτλο "Κατά της ασάφειας" μου άρεσε περισσότερο. Κάνει κριτική στους καλλιτέχνες που προσπαθούν να δημιουργήσουν τέχνη μέσω της "ασάφειας σε ιδέες και εικόνες από τη μια, ασάφεια στη μορφολογία της γλώσσας από την άλλη". Πιστεύω οτι κατάλαβα τι εννοεί ο Proust με την λέξη ασάφεια, και συμφωνώ οτι σαν πρόβλημα εμφανίζεται συχνά σε έργα τέχνης. Αλλά όση κριτική και να κάνει κάποιος στην ασάφεια, αυτή θα συνεχίσει να χρησιμοποιείται από καλλιτέχνες που θέλουν να κρύψουν την έλλειψη έμπνευσης, ταλέντου ή τεχνικής. Νομίζω οτι για παρόμοιους λόγους η ασάφεια χρησιμοποιείται εντατικά και από επιστήμονες.

Αλλά στις τέχνες, εξαιτίας της μεγαλύτερης υποκειμενικότητας, είναι πιο δύσκολο να κάνεις κριτική για ασάφεια σε συγκεκριμένα έργα. Για παράδειγμα, ένας στίχος που μου έρχεται πρόχειρα στο μυαλό σαν ασαφής είναι το “... είσαι εδώ, είσαι παντού και πουθενά” που έλεγε η Μαρινέλλα. Αλλά κάποιος μπορεί να πει οτι ο στίχος δεν είναι ασαφής, αλλά φταίω εγώ που δεν τον διαβάζω σωστά.

Sunday 13 January 2008

Proust



Αν είχα διαβάσει το "Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο", ο Proust μάλλον θα ήταν μαζί με τον Kafka και τον Joyce ένας από τους πιο αγαπημένους μου συγγραφείς. Πριν κάποια χρόνια είχα διαβάσει τον πρώτο τόμο, το Swann's Way, σε αγγλική μετάφραση. Είχα προτιμήσει τα αγγλικά γιατί σκέφτηκα οτι η αγγλική μετάφραση ενός τόσο σημαντικού βιβλίου θα είναι αξιοπρεπής, ενώ για τη ελληνική δεν ήμουν σίγουρος. Αλλά στα αγγλικά, με τις τεράστιες προτάσεις που χρησιμοποιεί ο Proust, που πιάνουν μερικές φορές ολόκληρη σελίδα, υπέφερα πάρα πολύ μέχρι να τελειώσω τον πρώτο τόμο και δεν συνέχισα με τους άλλους πέντε.

Αυτές τις μέρες διάβασα "Το τέλος της ζήλιας και άλλα τέσσερα κείμενα από τον τόμο Τέρψεις και Ημέραι" του Proust, σε μετάφραση Νάσου Δετζώρτζη. Όπως γράφει ο πρόλογος του Anatol France, το βιβλίο ασχολείται με τα βάσανα που δημιουργούμε εμείς οι ίδιοι για τον ευατό μας, που όμως μπορεί να είναι εξίσου αιματηρά με τα βάσανα που μας φέρνει η ζωή.

Από τα πέντε διηγήματα του βιβλίου περισσότερο μου άρεσε το τελευταίο, "Το τέλος της ζήλιας". Λιγότερο μου άρεσε "Η εξομολόγηση μιας κοπέλας" που μου θύμισε τα πρώιμα έργα που γράφουν οι μεγάλοι συγγραφείς πριν βρουν την φωνή τους, και μετά τα αποκυρήσσουν. Όταν τέλειωσα το βιβλίο σκέφτηκα οτι, παρά τις ατέλειες του, δείχνει την οξυδέρκεια και την ευαισθησία του συγγραφέα. Αλλά ίσως να διέκρινα αυτές τις αρετές επειδή ήξερα από πριν είναι του Proust.

Γενικά, το περίμενα καλύτερο κι ας ήξερα οτι περιέχει πρώιμα κείμενα του συγγραφέα. Αν το συγκρίνω με το αντίστοιχο έργο του Joyce, τα διηγήματα στους Δουβλινέζους είναι πολύ ανώτερα και καλλιτεχνικά ολοκληρωμένα.